Ακολασία στα λιθουανικά

Μετάφραση: ακολασία, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
orgija, Rozpasanie, Wyuzdanie, Rozwiązłość, Rozpusta
Ακολασία στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακολασία

ακολασία ετυμολογία, ακολασία λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ακολασία στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ακοή στα λιθουανικά - klausa, klausymas, klausos, išklausius, išgirsti
  • ακοινώνητος στα λιθουανικά - užsidaręs, nemėgstantis draugijos, nevisuomeniškas, Nietowarzyski, nedraugingas
  • ακολουθία στα λιθουανικά - šis, kitas, medžioklė, seka, sekos, eilės, seką
  • ακολουθώ στα λιθουανικά - sekti, palydėti, vytis, laikytis, atlikite, vadovautis, stebėti
Τυχαίες λέξεις
Ακολασία στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: orgija, Rozpasanie, Wyuzdanie, Rozwiązłość, Rozpusta