Ανάφλεξη στα λιθουανικά

Μετάφραση: ανάφλεξη, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
degimas, uždegimas, uždegimo, užsidegimo, uždegimu
Ανάφλεξη στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανάφλεξη

ανάφλεξη συνέντευξη, αυθόρμητη ανάφλεξη, ανάφλεξη υδρογόνου, ηλεκτρονική ανάφλεξη, πιεζοηλεκτρική ανάφλεξη, ανάφλεξη λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ανάφλεξη στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ανάσταση στα λιθουανικά - prisikėlimas, Prisikėlimo, Resurrection, prisikėlimą, prisikėlimu
  • ανάστημα στα λιθουανικά - konstrukcija, statyti, konstitucija, ūgis, ūgio, stuomuo, svarba, ...
  • ανάχωμα στα λιθουανικά - bankas, šūsnis, rietuvė, krantas, krūva, piliakalnis, piliakalnio, ...
  • ανέγερση στα λιθουανικά - statinys, konstrukcija, struktūra, statyba, sandara, erekcija, montavimas, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανάφλεξη στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: degimas, uždegimas, uždegimo, užsidegimo, uždegimu