Αντοχή στα λιθουανικά
Μετάφραση: αντοχή, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atsparumas, varža, atsparumo, pasipriešinimas, atsparumą
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντοχή
αντοχή των υλικών, αντοχή στο τρέξιμο, αντοχή υλικών σημειώσεις, αντοχή σε εφελκυσμό, αντοχή υλικών pdf, αντοχή λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αντοχή στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αντλία στα λιθουανικά - pumpuoti, pompa, siurblys, širdis, siurblio, siurblį, siurblių
- αντλώ στα λιθουανικά - gauti, išvesti, kyla, gauna, atsiranda
- ανυπάκουος στα λιθουανικά - nepaklusnus, neklusnūs, neklausydami, nepaklusnūs, Nepaklusnieji
- ανυπακοή στα λιθουανικά - nepaklusnumas, neklusnumas, nepaklusnumo, nepaklusnumą, neklusnumu
Τυχαίες λέξεις
Αντοχή στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: atsparumas, varža, atsparumo, pasipriešinimas, atsparumą
Μεταφράσεις: atsparumas, varža, atsparumo, pasipriešinimas, atsparumą