Αποδείξεις στα λιθουανικά
Μετάφραση: αποδείξεις, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
įrodymas, įrodymų, įrodymai, įrodymus
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποδείξεις
αποδείξεις 2014, αποδείξεις μαθηματικών κατεύθυνσης γ λυκείου 2013, αποδείξεις εφορίας 2014, αποδείξεις 2013, αποδείξεις μαθηματικών κατεύθυνσης γ λυκείου 2014, αποδείξεις λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αποδείξεις στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αποδέχομαι στα λιθουανικά - priimti, pritarti, sutikti, pripažinti, priima
- αποδίδω στα λιθουανικά - savybė, vaidinti, požymis, skirti, atributas, atributo, atributą, ...
- αποδεικνύω στα λιθουανικά - tikrinti, įrodyti, įrodo, pasirodyti
- αποδεκατίζω στα λιθουανικά - dešimtinę, Decimēt, Atsižvelgti dešimtinę, Bausmė kas dešimtas, Dziesiątkować
Τυχαίες λέξεις
Αποδείξεις στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: įrodymas, įrodymų, įrodymai, įrodymus
Μεταφράσεις: įrodymas, įrodymų, įrodymai, įrodymus