Αστοχώ στα λιθουανικά
Μετάφραση: αστοχώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
panelė, mergaitė, mergina, praleisti, nepavykęs, miss
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αστοχώ
αστοχώ συνώνυμο, αστοχώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αστοχώ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αστιγματικός στα λιθουανικά - Keratektomia, Vidinis Keratektomia
- αστικός στα λιθουανικά - miesto, miestų, mieste, miestuose, miejsko
- αστράγαλος στα λιθουανικά - kulkšnis, čiurnos, kulkšnies, kulkšnių, ankle
- αστράφτω στα λιθουανικά - palengvinti, apšviesti, pašviesinti, Palengvinant, sušvelninti
Τυχαίες λέξεις
Αστοχώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: panelė, mergaitė, mergina, praleisti, nepavykęs, miss
Μεταφράσεις: panelė, mergaitė, mergina, praleisti, nepavykęs, miss