Ατομικός στα λιθουανικά
Μετάφραση: ατομικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
žmogus, atominis, asmuo, individualus, individualios, atskirų, individuali
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατομικός
ατομικός λέβητας αερίου, ατομικός αριθμός οξυγόνου, ατομικός λογαριασμός ασφάλισης, ατομικός αριθμός, ατομικός φάκελος οπλίτη, ατομικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ατομικός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ατομικά στα λιθουανικά - atskirai, individualiai, konkrečiai
- ατομικισμός στα λιθουανικά - individualizmas, individualizmo, individualizmą, individualumas, apimti individualizmo
- ατομικότητα στα λιθουανικά - individualumas, individualumą, individualybė, individualumo, individualybės
- ατονία στα λιθουανικά - silpnumas, trūkumas, silpnumą, silpnumo, silpnybė
Τυχαίες λέξεις
Ατομικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: žmogus, atominis, asmuo, individualus, individualios, atskirų, individuali
Μεταφράσεις: žmogus, atominis, asmuo, individualus, individualios, atskirų, individuali