Αυτοκίνητο στα λιθουανικά

Μετάφραση: αυτοκίνητο, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
automobilis, Automobilių, automobilio, automobilį, automobilinio
Αυτοκίνητο στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυτοκίνητο

αυτοκίνητο φυσικό αέριο, αυτοκίνητο αγορά, αυτοκίνητο diesel, αυτοκίνητο hertz, αυτοκίνητο ονειροκρίτης, αυτοκίνητο λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αυτοκίνητο στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • αυτοβιογραφία στα λιθουανικά - autobiografija, autobiografijoje, autobiography, autobiografiją, autobiografia
  • αυτοδύναμος στα λιθουανικά - pasitikintis savo jėgomis, pasitikėti savo jėgomis, savarankiškos, savarankiškumo, savimi pasitikintiems
  • αυτοκίνητος στα λιθουανικά - Savaeigė
  • αυτοκινητιστής στα λιθουανικά - automobilistas, vairuotojas, kuris vairuotojas, eismo dalyvis
Τυχαίες λέξεις
Αυτοκίνητο στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: automobilis, Automobilių, automobilio, automobilį, automobilinio