Γερανός στα λιθουανικά
Μετάφραση: γερανός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kranas, gervė, krano, kranu, kranų
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γερανός
γερανός μηχάνημα, γερανός στη λάρνακα, γερανός ανύψωσης ασθενών, γερανός λάρνακα, γερανός οριγκάμι, γερανός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, γερανός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- γεράνι στα λιθουανικά - pelargonija, Geranium, snapučio, pelargonijų, Snapučiai
- γερακάρης στα λιθουανικά - Gerakaris
- γεροδεμένος στα λιθουανικά - augalotas, surišimo, Strapping, augus, pyla
- γεροντικός στα λιθουανικά - senatvinis, senatvinė, senatvinę, senile, nukaršęs
Τυχαίες λέξεις
Γερανός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kranas, gervė, krano, kranu, kranų
Μεταφράσεις: kranas, gervė, krano, kranu, kranų