Δόκιμος στα λιθουανικά
Μετάφραση: δόκιμος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kariūnas, Cadet, kariūnų, kadetas, kariūnu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δόκιμος
δόκιμος έφεδρος αξιωματικός wiki, δόκιμος έφεδρος αξιωματικός μισθός, δόκιμος έφεδρος αξιωματικός μονιμοποίηση, δόκιμος αξιωματικός, δόκιμος όρος, δόκιμος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, δόκιμος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- δωσιδικία στα λιθουανικά - jurisdikcija, jurisdikciją, jurisdikcijos, kompetencija, jurisdikcijai
- δόγμα στα λιθουανικά - dogma, doktrina, doktriną, doktrinos, doktrinoje
- δόλιος στα λιθουανικά - pasiklysti, Przyczajony, tykančių, slypi, slepiasi
- δόλος στα λιθουανικά - apgaulė, klasta, apgaule, klastos, apgaulę
Τυχαίες λέξεις
Δόκιμος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kariūnas, Cadet, kariūnų, kadetas, kariūnu
Μεταφράσεις: kariūnas, Cadet, kariūnų, kadetas, kariūnu