Εγκάρδιος στα λιθουανικά
Μετάφραση: εγκάρδιος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šiltas, malonus, likeris, mandagus, širdingas, nuoširdus, gausus, draugiškas, energingas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκάρδιος
εγκάρδιος συνώνυμο, εγκάρδιος αγγλικά, εγκάρδιος συνώνυμα, εγκάρδιος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εγκάρδιος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εγείρομαι στα λιθουανικά - kilti, pakilti, didės, padidėti, pakils
- εγκάθετος στα λιθουανικά - liežuvis, sėdėti, sėdi, Sit, pasėdėti, atsisėsti
- εγκέφαλος στα λιθουανικά - genijus, smegenys, genialumas, smegenų, protų, galvos smegenų, smegenis
- εγκαθίσταμαι στα λιθουανικά - atsiskaityti, įsikurti, išspręsti, nusistovėti, apmokėti
Τυχαίες λέξεις
Εγκάρδιος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: šiltas, malonus, likeris, mandagus, širdingas, nuoširdus, gausus, draugiškas, energingas
Μεταφράσεις: šiltas, malonus, likeris, mandagus, širdingas, nuoširdus, gausus, draugiškas, energingas