Εγκυμοσύνη στα λιθουανικά
Μετάφραση: εγκυμοσύνη, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nėštumas, nėštumo, nėštumą, laikotarpis Nėštumas, nėštumu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκυμοσύνη
εγκυμοσύνη 13η εβδομάδα, εγκυμοσύνη πρώτος μήνας, εγκυμοσύνη χωρίς συμπτώματα, εγκυμοσύνη ανα εβδομάδα, εγκυμοσύνη συμπτώματα, εγκυμοσύνη λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εγκυμοσύνη στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εγκρίνω στα λιθουανικά - patvirtinti, tvirtina, patvirtina, tvirtinti, pritarti
- εγκρατής στα λιθουανικά - blaivus, Niepijący, Susilaikyti, abstinentas, Abstynent
- εγκόσμιος στα λιθουανικά - kasdieniškas, žemiškas, kasdieniška, pasaulietinės, banali
- εγχάραξη στα λιθουανικά - graviravimas, graviravimo, engraving, graviūra, graviravimui
Τυχαίες λέξεις
Εγκυμοσύνη στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: nėštumas, nėštumo, nėštumą, laikotarpis Nėštumas, nėštumu
Μεταφράσεις: nėštumas, nėštumo, nėštumą, laikotarpis Nėštumas, nėštumu