Εκσκαφέας στα λιθουανικά
Μετάφραση: εκσκαφέας, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ekskavatorius, ekskavatoriai, ekskavatorių, excavator
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκσκαφέας
εκσκαφέας-φορτωτής jcb, εκσκαφέας με συρόμενο κάδο, εκσκαφέας-φορτωτής, εκσκαφέας pc200, εκσκαφέας βιντεο, εκσκαφέας λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εκσκαφέας στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εκρήγνυμαι στα λιθουανικά - sprogti, kaltis, veržtis, prasiveržti, peraugti, prasikalti
- εκροή στα λιθουανικά - atleisti, iškrovimas, ištekėjimas, nutekėjimą, nutekėjimas, srautas, nuotėkis
- εκστατικός στα λιθουανικά - ekstaziškas, ekstazinis, ekstazės, ekstaziška, ekstazę
- εκστομίζω στα λιθουανικά - repas, belstelėjimas, pabarbenti, pabarškinti, atviras pašnekesys
Τυχαίες λέξεις
Εκσκαφέας στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: ekskavatorius, ekskavatoriai, ekskavatorių, excavator
Μεταφράσεις: ekskavatorius, ekskavatoriai, ekskavatorių, excavator