Ελαστικός στα λιθουανικά

Μετάφραση: ελαστικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
elastingas, elastinga, elastinės, elastinis, elastinė
Ελαστικός στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ελαστικός

ελαστικός επίδεσμος, ελαστικός τάπητας, ελαστικός αρμόστοκος, ελαστικός παρθενικός υμένας, ελαστικός στόκος, ελαστικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ελαστικός στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ελίσσομαι στα λιθουανικά - vingiuoti, meandrinės, meandro, meander Straipsnis iš Wiktionary, meandra
  • ελίτ στα λιθουανικά - elitas, Elite, elito, prabangių, elitą
  • ελαστικότητα στα λιθουανικά - elastingumas, elastingumą, elastingumo, lankstumas, elastingumu
  • ελαττωματικός στα λιθουανικά - defektinis, ydingas, trūkumais, defektais, sugedęs
Τυχαίες λέξεις
Ελαστικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: elastingas, elastinga, elastinės, elastinis, elastinė