Εξακριβώνω στα λιθουανικά
Μετάφραση: εξακριβώνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nustatyti, išsiaiškinti, įsitikinti, Įsitikinama
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξακριβώνω
εξακριβώνω english, εξακριβώνω συνώνυμα, εξακριβώνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εξακριβώνω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εξακολουθώ στα λιθουανικά - tęsti, laikyti, pragyvenimas, toliau, ir toliau, tęstis
- εξακοντίζω στα λιθουανικά - šaudyti, kol, fotografuoti, nušauti
- εξαλείφω στα λιθουανικά - išbraukti, Vengiama, likti nepastebimam, Pranoksta, Efface
- εξαναγκάζω στα λιθουανικά - spausti, gaminti, spirti, statyti, jėga, fasonas, smurtas, ...
Τυχαίες λέξεις
Εξακριβώνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: nustatyti, išsiaiškinti, įsitikinti, Įsitikinama
Μεταφράσεις: nustatyti, išsiaiškinti, įsitikinti, Įsitikinama