Εξιλεώνομαι στα λιθουανικά

Μετάφραση: εξιλεώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atsimokėti, išpirkti, Atlyginti, atpirkti, gauti atleidimą
Εξιλεώνομαι στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξιλεώνομαι

εξιλεώνομαι σημασία, εξιλεώνομαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εξιλεώνομαι στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • εξημέρωση στα λιθουανικά - prijaukinimas, prijaukinimo, prijaukinimą, Naturalizēšanās, Domestication
  • εξημερώνω στα λιθουανικά - prijaukinti, jaukinti, Civilizēt, kultivuoti, civilizuoti
  • εξισώνω στα λιθουανικά - prilyginti, prilygti, tapatina, sulyginti, prilygina
  • εξογκώνω στα λιθουανικά - pasipūsti, išsipūtimas, išsipūsti, išpampti, brinkti
Τυχαίες λέξεις
Εξιλεώνομαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: atsimokėti, išpirkti, Atlyginti, atpirkti, gauti atleidimą