Εξοργίζω στα λιθουανικά

Μετάφραση: εξοργίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
erzinti, suerzinti, Zdenerwować, Kurstė, pykdyti
Εξοργίζω στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξοργίζω

εξοργίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εξοργίζω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • εξορία στα λιθουανικά - tremtinys, deportavimas, tremtis, ištrėmimas, ištremti, ištremtis
  • εξορίζω στα λιθουανικά - tremtinys, deportavimas, pažeminti, nustumti, užsispyrusį, ištremti, nukreipti
  • εξοργισμένος στα λιθουανικά - pasiutęs, įsiutęs, įsiutę, įniršęs, įtūžęs
  • εξορκίζω στα λιθουανικά - užkalbėti, atsikratyti, Apvārdot, Atleidžiami, išvaryti piktąsias dvasias
Τυχαίες λέξεις
Εξοργίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: erzinti, suerzinti, Zdenerwować, Kurstė, pykdyti