Θεωρητικός στα λιθουανικά

Μετάφραση: θεωρητικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
abstraktus, teoretikas, teoretikai, teoretikė, teoretyk
Θεωρητικός στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θεωρητικός

θεωρητικόσ αντίθετο, βίοσ θεωρητικόσ, θεωρητικός υπολογισμός και μοντελοποίηση θερμοχωρητικότητας και θερμικής αδράνειας σύγχρονου βιοκλιματικού κτιρίου, θεωρητικόσ πληθυσμόσ, θεωρητικός συνώνυμο, θεωρητικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, θεωρητικός στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • θεωρία στα λιθουανικά - hipotezė, teorija, teorijos, teoriją, teorijoje
  • θεωρείο στα λιθουανικά - galerija, balkonas, Pristatymas Galerija, nuotraukos, albumas
  • θεωρώ στα λιθουανικά - apsvarstyti, pagarba, galvoti, pagarbumas, mano, atsižvelgti, svarstyti
  • θεϊκός στα λιθουανικά - dieviškas, dieviškasis, dieviška, dieviškoji, dieviškojo
Τυχαίες λέξεις
Θεωρητικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: abstraktus, teoretikas, teoretikai, teoretikė, teoretyk