Καρπός στα λιθουανικά

Μετάφραση: καρπός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vaisius, vaisiai, vaisių, fruit
Καρπός στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καρπός

καρπός δάφνης, καρπός χεριού, καρπός στα αγγλικά, καρπός κόλα, καρπός δρύπη, καρπός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, καρπός στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • καρπαζώνω στα λιθουανικά - skuduras, įtaka, spaudimas, sudavimas, drabužis
  • καρποφόρος στα λιθουανικά - vaisingas, vaisingi, vaisingą, vaisinga, vaisingos
  • καρτέρι στα λιθουανικά - spąstai, gaudyklė, Trap, spąstus, gaudyklės
  • καρτερία στα λιθουανικά - pakantumas, kantrybė, ištvermė, ištvermės, patvarumo, ištvermę, patvarumas
Τυχαίες λέξεις
Καρπός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: vaisius, vaisiai, vaisių, fruit