Κόλπο στα λιθουανικά
Μετάφραση: κόλπο, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
gudrybė, triukas, atlikti akrobatinius skrydžius, demonstruoti drąsą, demonstruoti vikrumą, akrobatinis skrydis
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κόλπο
κόλπο της βεγγάλης, κόλπο του ορφανού, κόλπο της αιώρησης, κόλπο με τράπουλα, κόλπο της ταϊλάνδης, κόλπο λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κόλπο στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κόλλα στα λιθουανικά - pasta, paštetas, klijuoti, klijai, klijų, klijais, klijus
- κόλλημα στα λιθουανικά - klijavimas, klijavimui, klijavimo, priklijuojant, klijuojant
- κόλπος στα λιθουανικά - lojimas, įlanka, Bay, lauro, įlankos, įlankoje
- κόμβος στα λιθουανικά - mazgas, mazgo, node, mazgų
Τυχαίες λέξεις
Κόλπο στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: gudrybė, triukas, atlikti akrobatinius skrydžius, demonstruoti drąsą, demonstruoti vikrumą, akrobatinis skrydis
Μεταφράσεις: gudrybė, triukas, atlikti akrobatinius skrydžius, demonstruoti drąsą, demonstruoti vikrumą, akrobatinis skrydis