Λανθασμένος στα λιθουανικά
Μετάφραση: λανθασμένος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
blogai, neteisingas, neteisingai, negerai, klaidingai
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λανθασμένος
λανθασμένος κωδικός, λανθασμένος λαθεμένος, λανθασμένος ή λαθεμένος, λάθος λανθασμένος, λανθασμένος συνώνυμο, λανθασμένος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, λανθασμένος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- λαμπυρίζω στα λιθουανικά - žėrėjimas, žėrėti, sutviksti, būti linksmam, žaižaravimas
- λανθασμένα στα λιθουανικά - neteisingai, netinkamai, klaidingai, neteisingą
- λανολίνη στα λιθουανικά - lanolinas
- λαξευτής στα λιθουανικά - skulptorius, chiseler
Τυχαίες λέξεις
Λανθασμένος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: blogai, neteisingas, neteisingai, negerai, klaidingai
Μεταφράσεις: blogai, neteisingas, neteisingai, negerai, klaidingai