Λικνίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: λικνίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
uola, rokenrolas, akmuo, rokas, rock, roko, uolienų
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λικνίζω
λικνίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, λικνίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- λιθοστρώνω στα λιθουανικά - lopyti, gargždo, sumeistrauti, grįsti
- λικνίζομαι στα λιθουανικά - liknizomai
- λιμάνι στα λιθουανικά - uostas, prieglobstis, uosto, uostų, prievadas, uoste
- λιμάρης στα λιθουανικά - dildė, brūžiklis, džerškėjimas, brūžinti, džerškėti
Τυχαίες λέξεις
Λικνίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: uola, rokenrolas, akmuo, rokas, rock, roko, uolienų
Μεταφράσεις: uola, rokenrolas, akmuo, rokas, rock, roko, uolienų