Λιπαντικό στα λιθουανικά

Μετάφραση: λιπαντικό, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tepalas, purvas, riebalų, tepalo, riebalai, riebalus
Λιπαντικό στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λιπαντικό

λιπαντικα super dynamic extra diesel, λιπαντικό αλυσίδασ, λιπαντικό κ-υ, λιπαντικό αλυσίδας ποδηλάτου, λιπαντικό αλυσίδας μοτοσυκλέτας, λιπαντικό λεξικό γλώσσας λιθουανικά, λιπαντικό στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • λινός στα λιθουανικά - batistas, Batists, Batyst
  • λιπαίνω στα λιθουανικά - patręšti, tręšti, apvaisinti, apvaisinimui, tręšimui
  • λιπαρός στα λιθουανικά - riebus, riebalinis, riebalų, riebiųjų, riebiosios
  • λιποθυμώ στα λιθουανικά - silpnas, apalpti, menkas, alpuliuoti, alpti, alpulys, apalpimas
Τυχαίες λέξεις
Λιπαντικό στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: tepalas, purvas, riebalų, tepalo, riebalai, riebalus