Μεταχειρίζομαι στα λιθουανικά
Μετάφραση: μεταχειρίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
rankena, gydyti, laikyti, elgtis, gydymui, traktuoti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεταχειρίζομαι
μεταχειρίζομαι συνώνυμα, μεταχειρίζομαι συνώνυμο, μεταχειρίζομαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, μεταχειρίζομαι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- μεταφορικός στα λιθουανικά - metaforinis, metaforiškas, metaforiški, metaforiška, metaforinės
- μεταχείριση στα λιθουανικά - gydymas, gydymo, apdorojimas, gydymą, apdorojimo
- μετερίζι στα λιθουανικά - bastionas, Bastion, bastionai, bastionu, bastioninė
- μετεωρίτης στα λιθουανικά - meteoritas, oro, oras, pneumatinė
Τυχαίες λέξεις
Μεταχειρίζομαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: rankena, gydyti, laikyti, elgtis, gydymui, traktuoti
Μεταφράσεις: rankena, gydyti, laikyti, elgtis, gydymui, traktuoti