Νύμφη στα λιθουανικά
Μετάφραση: νύμφη, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nimfa, nymph, Kūniņa, graži mergaitė, Nauja graži moteris
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νύμφη
νύμφη του θερμαϊκού, νύμφη ηχώ, νύμφη του αιγαίου, νύμφη αρέθουσα, νύμφη νέδα, νύμφη λεξικό γλώσσας λιθουανικά, νύμφη στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- νότιος στα λιθουανικά - pietų, pietinė, pietinėje, pietinis, pietinės
- νότος στα λιθουανικά - pietinis, pietūs, į pietus, pietų, pietus, South, pietuose
- νύξη στα λιθουανικά - rausti, kasti, aliuzija, užuomina, užuominos, aliuzinis, priminimas
- νύστα στα λιθουανικά - blausa, mieguistumas, mieguistumą, mieguistumo
Τυχαίες λέξεις
Νύμφη στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: nimfa, nymph, Kūniņa, graži mergaitė, Nauja graži moteris
Μεταφράσεις: nimfa, nymph, Kūniņa, graži mergaitė, Nauja graži moteris