Οικειοποιούμαι στα λιθουανικά

Μετάφραση: οικειοποιούμαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
oikeiopoioumai
Οικειοποιούμαι στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οικειοποιούμαι

οικειοποιούμαι αντωνυμα, οικειοποιούμαι συνώνυμο, οικειοποιούμαι στα αγγλικα, οικειοποιούμαι συνωνυμα, οικειοποιούμαι αντωνυμο, οικειοποιούμαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, οικειοποιούμαι στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • οθόνη στα λιθουανικά - monitorius, ekranas, ekrano, ekrane, ekranu, ekraną
  • οικείος στα λιθουανικά - susipažinęs, pažįstamas, susipažinę, susipažinti, žino
  • οικειότητα στα λιθουανικά - intymumas, intymumo, artumas, draugystė
  • οικιακός στα λιθουανικά - šeimyna, šeima, namų, Buitinė, namų ūkio, buitinės, namų ūkių
Τυχαίες λέξεις
Οικειοποιούμαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: oikeiopoioumai