Παρακολουθώ στα λιθουανικά
Μετάφραση: παρακολουθώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
klausyti, sargybinis, žiūrėti, monitorius, sargyba, laikrodis, stebėti, peržiūrėti, pamatyti, žiūri
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παρακολουθώ
παρακολουθώ μαθήματα, παρακολουθώ συνώνυμα, παρακολουθώ στα αγγλικά, conjugate παρακολουθώ, παρακολουθώ κλιση, παρακολουθώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, παρακολουθώ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- παρακμάζω στα λιθουανικά - atoslūgis, kritimas, Maksimalus greitis aukštos srovės, Atplūdi, mažėti
- παρακμή στα λιθουανικά - mažėjimas, nuosmukis, sumažėjimas, nuosmukį, nuosmukio
- παρακολούθηση στα λιθουανικά - kitas, šis, stebėjimas, medžioklė, pastebėjimas, stebėjimo, pastaba, ...
- παρακράτηση στα λιθουανικά - atmintis, išskaičiuojamojo, išskaičiavimo, prie šaltinio, išskaičiuojamasis, prie pajamų šaltinio
Τυχαίες λέξεις
Παρακολουθώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: klausyti, sargybinis, žiūrėti, monitorius, sargyba, laikrodis, stebėti, peržiūrėti, pamatyti, žiūri
Μεταφράσεις: klausyti, sargybinis, žiūrėti, monitorius, sargyba, laikrodis, stebėti, peržiūrėti, pamatyti, žiūri