Πασπαλίζω στα λιθουανικά

Μετάφραση: πασπαλίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
parakas, milteliai, pudra, pabarstyti, aptikšti, krapčioti, aplašinti, krapnoti
Πασπαλίζω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πασπαλίζω

πασπαλίζω συνώνυμο, πασπαλίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πασπαλίζω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • παρών στα λιθουανικά - dovana, dabartinis, dabartis, pateikti, metu
  • πασπάλισμα στα λιθουανικά - susmulkinimą į miltelius
  • πασπατεύω στα λιθουανικά - smuikas, smuiku, knyburys, klastoti, Liesti kažkas bezmyślnie
  • παστώνω στα λιθουανικά - vaikinas, Kipper, rūkyta žuvis, rūkyti žuvį, Druskos ir Koptai žuvis
Τυχαίες λέξεις
Πασπαλίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: parakas, milteliai, pudra, pabarstyti, aptikšti, krapčioti, aplašinti, krapnoti