Πελώριος στα λιθουανικά

Μετάφραση: πελώριος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
didžiulis, milžiniškas, Bębnienie, pašėlusiuose, Aiškų
Πελώριος στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πελώριος

πελώριος ετυμολογία, πελώριος συνώνυμα, πελώριος σμάραγδος, πελώριος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πελώριος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • πελεκώ στα λιθουανικά - žudynės, tašyti, kapoti, Ciosać, ištašyti, atkirsti
  • πελούζα στα λιθουανικά - Peluso
  • πεμπτουσία στα λιθουανικά - kvintesencija, Quintessence, Kvintesence, Kwintesencja
  • πενήντα στα λιθουανικά - penkiasdešimt, penkiasdešimties
Τυχαίες λέξεις
Πελώριος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: didžiulis, milžiniškas, Bębnienie, pašėlusiuose, Aiškų