Πνεύμονας στα λιθουανικά
Μετάφραση: πνεύμονας, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
plautis, plaučių, plaučiai
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πνεύμονας
σιδερένιος πνεύμονας, πνεύμονας ανατομία, ινώδης πνεύμονας, πνεύμονας καρκίνος, πνεύμονας καπνιστή, πνεύμονας λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πνεύμονας στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- πνευματώδης στα λιθουανικά - sąmojingas, šmaikštus, sąmojinga, witty, šmaikšti
- πνεύμα στα λιθουανικά - dvasia, spiritinis, dvasią, dvasios
- πνιγηρός στα λιθουανικά - atidus, užversti, tvankus, alpus, Upalny
- ποίημα στα λιθουανικά - poema, eilėraštis, eilėraščio, eilėraštį, poemą
Τυχαίες λέξεις
Πνεύμονας στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: plautis, plaučių, plaučiai
Μεταφράσεις: plautis, plaučių, plaučiai