Σαρωτικός στα λιθουανικά

Μετάφραση: σαρωτικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
valymas, šlavimas, platus, šluoti, veržlus
Σαρωτικός στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαρωτικός

σαρωτικόσ ανασχηματισμόσ μετά την εκταμίευση τησ δόσησ, σαρωτικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σαρωτικός στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • σαρκοφάγος στα λιθουανικά - sarkofagas, sarkofag, sarkofagą, žymių sarkofagu, Sarkofags
  • σαρκώδης στα λιθουανικά - mėsingas, mėsingos, mėsingi, mėsinga, sultingais
  • σαρώνω στα λιθουανικά - valymas, šluoti, kaminkrėtys, šlavimas, brauktuvo
  • σας στα λιθουανικά - jūs, jūsų, savo, jūsų produktui, tavo
Τυχαίες λέξεις
Σαρωτικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: valymas, šlavimas, platus, šluoti, veržlus