Σιτίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: σιτίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šerti, šeriami, maitinamą, ruloninis, maitinamam, fed
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σιτίζω
σιτίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σιτίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- σιδερώνω στα λιθουανικά - geležis, išdarkyti, kalandras, kapoti, brūžuoti, iškraipyti
- σιδηρόδρομος στα λιθουανικά - geležinkelis, geležinkelio, geležinkelių, railroad
- σιχαίνομαι στα λιθουανικά - neapkęsti, nemėgti, pasibjaurėti, Nepatikt, bjaurėtis
- σιωπή στα λιθουανικά - ramybė, tyla, tylėjimas, tylos, tylą, silence
Τυχαίες λέξεις
Σιτίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: šerti, šeriami, maitinamą, ruloninis, maitinamam, fed
Μεταφράσεις: šerti, šeriami, maitinamą, ruloninis, maitinamam, fed