Στενά στα λιθουανικά
Μετάφραση: στενά, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
glaudžiai, atidžiai, artimai, glaudžiau, aktyviai
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στενά
στενά του ορμούζ, στενά του μαγγελάνου, στενά του κερτς, στενά παντελόνια, στενά της μάγχης, στενά λεξικό γλώσσας λιθουανικά, στενά στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- στεγαστικός στα λιθουανικά - korpusas, būsto, būstas, būstą, korpuso
- στεγνός στα λιθουανικά - sausas, sausa, sausos, sauso, sausi
- στενάζω στα λιθουανικά - dejuoti, aimana, vaitoti, bėdojimas, bėdoti
- στενός στα λιθουανικά - siauras, įtemptas, arti, artimas, netoli, Uždaryti, Close
Τυχαίες λέξεις
Στενά στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: glaudžiai, atidžiai, artimai, glaudžiau, aktyviai
Μεταφράσεις: glaudžiai, atidžiai, artimai, glaudžiau, aktyviai