Στοχεύω στα λιθουανικά
Μετάφραση: στοχεύω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tikslas, taikinys, tikslinė, tikslinės, tikslinis, taikiniu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στοχεύω
στοχεύω συνώνυμο, στοχεύω αγγλικά, στοχεύω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, στοχεύω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- στοχασμός στα λιθουανικά - meditacija, meditacijos, Meditation, meditaciją
- στοχαστικός στα λιθουανικά - mąslus, kontempliatyvi, kontempliatyvios, contemplativae, kontempliatyvus
- στρέμμα στα λιθουανικά - akras, acre, akrų, Kapsēta
- στρέψη στα λιθουανικά - sukimas, torsioninės, torsioninių, sukimo, persisukimas
Τυχαίες λέξεις
Στοχεύω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: tikslas, taikinys, tikslinė, tikslinės, tikslinis, taikiniu
Μεταφράσεις: tikslas, taikinys, tikslinė, tikslinės, tikslinis, taikiniu