Συγκινητικός στα λιθουανικά
Μετάφραση: συγκινητικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
judantis, juda, perkelti, judėti, judančių
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συγκινητικός
συγκινητικός επικήδειος, συγκινητικός συνώνυμα, συγκινητικός συνώνυμο, συγκινητικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, συγκινητικός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- συγκεντρώνομαι στα λιθουανικά - rinkti, susirinkti, sutelkti, sutelkti dėmesį, koncentratas, susikoncentruoti, koncentruoti
- συγκεντρώνω στα λιθουανικά - rinkti, surinkti, renka, kaupti, surenka
- συγκλονίζω στα λιθουανικά - supurtyti, raitytis, Inicijuoti spazmatycznego juokiatės, Satricināt, Convulse
- συγκολλώ στα λιθουανικά - megzti, mezgimo, megztiniai, numegzti
Τυχαίες λέξεις
Συγκινητικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: judantis, juda, perkelti, judėti, judančių
Μεταφράσεις: judantis, juda, perkelti, judėti, judančių