Τσιράκι στα λιθουανικά

Μετάφραση: τσιράκι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
bendradarbis, pakalikas, favoritas, Minion, Ulubieniec, kreatūra
Τσιράκι στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τσιράκι

τσιράκι ετυμολογία, τσιράκι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, τσιράκι στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • τσιμπώ στα λιθουανικά - areštas, skonis, gnybis, žnybti, įgnybimas, gnaibymas, įžnybti
  • τσιπ στα λιθουανικά - gabaliukas, lustas, mikroschema, lustą, lusto, lustų
  • τσιτσιρίζω στα λιθουανικά - Tweet, Čivināšana, Čivināt, Share tweet
  • τσιτώνω στα λιθουανικά - tsitono
Τυχαίες λέξεις
Τσιράκι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: bendradarbis, pakalikas, favoritas, Minion, Ulubieniec, kreatūra