Υποκύπτω στα λιθουανικά
Μετάφραση: υποκύπτω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lankas, svogūnai, laivapriekio, bow, lanko
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποκύπτω
υποκύπτω μετάφραση, υποκύπτω στα γαλλικα, υποκύπτω αγγλικα, υποκύπτω english, υποκύπτω συνώνυμα, υποκύπτω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, υποκύπτω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- υποκοριστικός στα λιθουανικά - ypokoristikos
- υποκρισία στα λιθουανικά - žargonas, veidmainystė, veidmainystės, veidmainiai, veidmainiavimas
- υπολείμματα στα λιθουανικά - lavonas, likučiai, liekanos, likučių, liekanų, likučius
- υπολειπόμενος στα λιθουανικά - likutis, likusi, likę, likęs, likusių, likusius
Τυχαίες λέξεις
Υποκύπτω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: lankas, svogūnai, laivapriekio, bow, lanko
Μεταφράσεις: lankas, svogūnai, laivapriekio, bow, lanko