Φασαρία στα λιθουανικά

Μετάφραση: φασαρία, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
uždavinys, sambrūzdis, nervinimasis, bėgiojimas, bruzdėjimas, bėgioti
Φασαρία στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φασαρία

ονειροκριτησ φασαρία, φασαρία στην πολυκατοικία, φασαρία συνώνυμο, πολλή φασαρία, φασαρία από γείτονες, φασαρία λεξικό γλώσσας λιθουανικά, φασαρία στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • φαρμακευτικός στα λιθουανικά - farmacijos, FARMACINĖ, VAISTO, vaistų, formacijos
  • φαρμακοποιός στα λιθουανικά - vaistininkas, farmacininkas, chemikas, Apothecary, Aptekarz, farmaceutas
  • φασιανός στα λιθουανικά - fazanas, Pheasant, fazanų, fazano, Bażant
  • φασισμός στα λιθουανικά - fašizmas, fašizmo, fašizmą, nacizmas, fašizmu
Τυχαίες λέξεις
Φασαρία στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: uždavinys, sambrūzdis, nervinimasis, bėgiojimas, bruzdėjimas, bėgioti