Χειροκροτώ στα λιθουανικά
Μετάφραση: χειροκροτώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
gonorėja, ploti, namų, pritariu, pritarti, paploti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χειροκροτώ
χειροκροτώ ετυμολογια, χειροκροτώ κλίση, χειροκροτώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, χειροκροτώ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- χειριστής στα λιθουανικά - operatorius, operatoriaus, veiklos vykdytojas, ūkio subjektas, operatoriui
- χειροβομβίδα στα λιθουανικά - granata, Grenade, granatos, granatsvaidį
- χειροκρότημα στα λιθουανικά - ploti, triperis, suploti, plekšnojimas, pliaukšėti
- χειρονομία στα λιθουανικά - mostas, gestas, skarda, poelgis, gestą
Τυχαίες λέξεις
Χειροκροτώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: gonorėja, ploti, namų, pritariu, pritarti, paploti
Μεταφράσεις: gonorėja, ploti, namų, pritariu, pritarti, paploti