Όρεξη στα λιθουανικά
Μετάφραση: όρεξη, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
apetitas, apetito, apetitą, troškimas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όρεξη
όρεξη να χεις λεμεσός, όρεξη να χεις πολίχνη, όρεξη να χεις, όρεξη για ζωή, όρεξη για τίποτα, όρεξη λεξικό γλώσσας λιθουανικά, όρεξη στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- όργανο στα λιθουανικά - įrankis, organas, instrumentas, organų, organui, organo, vargonai
- όργιο στα λιθουανικά - orgija, Orgy, orgijos, Sodoma, aibė
- όρθιος στα λιθουανικά - vertikaliai, stačiai, tiesiai, vertikalioje padėtyje, doras
- όριο στα λιθουανικά - siena, riba, ribinė, limitas, ribą, apribojimas
Τυχαίες λέξεις
Όρεξη στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: apetitas, apetito, apetitą, troškimas
Μεταφράσεις: apetitas, apetito, apetitą, troškimas