Αναστέλλω στα νορβηγικά
Μετάφραση: αναστέλλω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hemme, inhibere, hemmer, inhiberer, hindre
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναστέλλω
αναστέλλω αντωνυμο, αναστέλλω τι σημαινει, αναστέλλω συνώνυμο, αναστέλλω λεξικο, αναστέλλω ορισμός, αναστέλλω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, αναστέλλω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- ανασκόπηση στα νορβηγικά - overblikk, inspeksjon, anmeldelse, gjennomgang, anmeldelsen, vurdering, anmeldelsen var
- αναστάτωση στα νορβηγικά - larm, ståk, bråk, avbrudd, forstyrrelser, forstyrrelse, brudd
- αναστατώνω στα νορβηγικά - kantre, fluster
- αναστενάζω στα νορβηγικά - sukk, sigh, sukket, lettet ut
Τυχαίες λέξεις
Αναστέλλω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: hemme, inhibere, hemmer, inhiberer, hindre
Μεταφράσεις: hemme, inhibere, hemmer, inhiberer, hindre