Απερίσκεπτος στα νορβηγικά
Μετάφραση: απερίσκεπτος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
voldsom, tankeløs, ubekymret, utslett, hensynsløs, hensynsløst, hensynsløse, hensyns, lite hensyns
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απερίσκεπτος
απερίσκεπτος σημασια, απερίσκεπτος συνώνυμο, απερίσκεπτος συνωνυμα, απερίσκεπτοσ τι σημαινει, απερίσκεπτος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, απερίσκεπτος στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- απελπισμένος στα νορβηγικά - desperat, håpløs, håpløst, håpløse, uten håp, håpløst ut
- απενεργοποιώ στα νορβηγικά - deaktivere, deaktiverer, deaktiver, deaktiverer du, du deaktivere
- απεργία στα νορβηγικά - streik, strike, streiken, angrep, innløsnings
- απεργοσπάστης στα νορβηγικά - skabb, fink, Fink og
Τυχαίες λέξεις
Απερίσκεπτος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: voldsom, tankeløs, ubekymret, utslett, hensynsløs, hensynsløst, hensynsløse, hensyns, lite hensyns
Μεταφράσεις: voldsom, tankeløs, ubekymret, utslett, hensynsløs, hensynsløst, hensynsløse, hensyns, lite hensyns