Δασοκομία στα νορβηγικά

Μετάφραση: δασοκομία, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
skogbruk, skogbruket, skogs, skogbruks, av skogs
Δασοκομία στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δασοκομία

εφαρμοσμένη δασοκομία, δασοκομία πόλεων, δασοκομία λεξικό γλώσσας νορβηγικά, δασοκομία στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • δασμοί στα νορβηγικά - toll, forpliktelse, tariff, avgift, plikt, plikter, oppgaver, ...
  • δασμολόγιο στα νορβηγικά - toll, tariff, avgift, takst, Tariffnr, tariffen
  • δασολογία στα νορβηγικά - skogbruk, skogbruket, skogs, skogbruks, av skogs
  • δασοφύλακας στα νορβηγικά - forstmann, ranger, skogvokter, Vokter
Τυχαίες λέξεις
Δασοκομία στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: skogbruk, skogbruket, skogs, skogbruks, av skogs