Δεσμοφύλακας στα νορβηγικά
Μετάφραση: δεσμοφύλακας, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fangevokteren, fangevokter, jailer, fengselsvokter, fangevokte
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δεσμοφύλακας
δεσμοφύλακας ο πόνος, δεσμοφύλακας λεξικό γλώσσας νορβηγικά, δεσμοφύλακας στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- δεσμευτικός στα νορβηγικά - bindende, binding, forpliktende, bindings, bindingen
- δεσμεύω στα νορβηγικά - begå, fotlenke, fetter, Petter
- δεσμός στα νορβηγικά - anliggende, forretning, sak, ting, affære, obligasjon, bond, ...
- δεσποινίς στα νορβηγικά - pike, frøken, jente, mademoiselle, til Mademoiselle, made- moiselle, Frøkenen
Τυχαίες λέξεις
Δεσμοφύλακας στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: fangevokteren, fangevokter, jailer, fengselsvokter, fangevokte
Μεταφράσεις: fangevokteren, fangevokter, jailer, fengselsvokter, fangevokte