Δρομέας στα νορβηγικά

Μετάφραση: δρομέας, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
løper, runner, løperen, syklisten
Δρομέας στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δρομέας

δρομέας ποδήλατα, δρομέας άγαλμα, δρομέας τουριστικό γραφείο, δρομέας θεσσαλονίκη, δρομέας καρέκλες, δρομέας λεξικό γλώσσας νορβηγικά, δρομέας στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • δριμύτητα στα νορβηγικά - bitterhet, alvorlighetsgrad, alvorlighetsgraden, alvorlig, alvorligheten, alvorlighet
  • δρομάκι στα νορβηγικά - strede, smug, alley, hall, bakgate, bakgaten
  • δρομολόγιο στα νορβηγικά - reiserute, reiser, reiseruten, uten, reiserute Lokal
  • δροσερός στα νορβηγικά - kjølig, fersk, kjøle, frisk, sval, kul, kult, ...
Τυχαίες λέξεις
Δρομέας στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: løper, runner, løperen, syklisten