Ενίσχυση στα νορβηγικά

Μετάφραση: ενίσχυση, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forsterkning, amplifikasjon, amplifisering, forsterkningen, forsterker
Ενίσχυση στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενίσχυση

ενίσχυση δικαιούχων για την απόκτηση της ιδιότητας του ενεργειακού επιθεωρητή, ενίσχυση ενεργειακών επιθεωρητών, ενίσχυση αυτοεκτίμησης, ενίσχυση μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ενίσχυση φωτός με εξαναγκασμένη εκπομπή ακτινοβολίας, ενίσχυση λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ενίσχυση στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • ενήλικας στα νορβηγικά - voksen, voksne, voksent
  • ενήλικος στα νορβηγικά - voksen, voksne, voksent
  • εναγής στα νορβηγικά - fæl, avskyelig, saksøker, saksøkeren, saksøkers
  • εναγόμενος στα νορβηγικά - tiltalte, saksøkt, saksøkte, tiltaltes, saksøktes
Τυχαίες λέξεις
Ενίσχυση στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: forsterkning, amplifikasjon, amplifisering, forsterkningen, forsterker