Ενσαρκώνω στα νορβηγικά

Μετάφραση: ενσαρκώνω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
inkarnerte, inkarnert, incarnate, legemlig, kjød
Ενσαρκώνω στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενσαρκώνω

ενσαρκώνω συνώνυμα, ενσαρκώνω αγγλικά, ενσαρκώνω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ενσαρκώνω στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • ενοχοποιώ στα νορβηγικά - belaste, implisere, impliserer
  • ενσάρκωση στα νορβηγικά - inkarnasjon, inkarnasjonen, utgaven
  • ενσπείρω στα νορβηγικά - purke, innføre, instil, frembringe, inngir, innprente
  • ενσταλάζω στα νορβηγικά - sette mot, tilføre, sette mot i, tilfører, sette
Τυχαίες λέξεις
Ενσαρκώνω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: inkarnerte, inkarnert, incarnate, legemlig, kjød