Επεκτείνω στα νορβηγικά
Μετάφραση: επεκτείνω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
utvide, forlenge, strekker seg, strekker, strekke seg
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επεκτείνω
επεκτείνω αγγλικα, επεκτείνω προστακτική, επεκτείνω αντιθετο, επεκτείνω βικιλεξικο, επεκτείνω συνώνυμα, επεκτείνω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, επεκτείνω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- επεισόδιο στα νορβηγικά - hendelse, episode, episoden
- επεκτατικός στα νορβηγικά - ekspansiv, ekspansive, omfattende, vidstrakte, ekspansivt
- επεμβαίνω στα νορβηγικά - forstyrre, forstyrrer, påvirke, interferere, blande
- επενέργεια στα νορβηγικά - innflytelse, handling, påvirke, gjerning, påvirkning, virksomhet, aktivitet, ...
Τυχαίες λέξεις
Επεκτείνω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: utvide, forlenge, strekker seg, strekker, strekke seg
Μεταφράσεις: utvide, forlenge, strekker seg, strekker, strekke seg