Εύρημα στα νορβηγικά
Μετάφραση: εύρημα, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
finne, funn, finner, å finne, finne et, med å finne
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εύρημα
αρχαιολογικό εύρημα, εύρημα συνωνυμο, εύρημα της αμφίπολης, πλασματικό εύρημα, εύρημα στα αγγλικά, εύρημα λεξικό γλώσσας νορβηγικά, εύρημα στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- εύπιστος στα νορβηγικά - godtroende, lettroende, lettlurte, naiv, lett å lure
- εύπορος στα νορβηγικά - rik, velstående, sparsommelig, sparsomme, Thrifty, et økonomisk
- εύρος στα νορβηγικά - bredde, bredden
- εύσαρκος στα νορβηγικά - korpulent, korpulente, tykk, corpulent
Τυχαίες λέξεις
Εύρημα στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: finne, funn, finner, å finne, finne et, med å finne
Μεταφράσεις: finne, funn, finner, å finne, finne et, med å finne