Κατορθώνω στα νορβηγικά
Μετάφραση: κατορθώνω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
nå, oppnå, sette over, satt over, sette for
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατορθώνω
κατευθύνω ετυμολογία, κατορθώνω συνώνυμα, κατευθύνω συνώνυμο, κατορθώνω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, κατορθώνω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- κατοικώ στα νορβηγικά - bo, bebo, dvele, leve, lever, bor, å leve
- κατολίσθηση στα νορβηγικά - skred, skyve, glid, sklir, glidende
- κατοχή στα νορβηγικά - jobb, yrke, eie, besittelse, arbeid, eiendom, beskjeftigelse, ...
- κατοχυρώνω στα νορβηγικά - gardere, verne, beskytte, befeste, styrke, forsterke, å befeste, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατορθώνω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: nå, oppnå, sette over, satt over, sette for
Μεταφράσεις: nå, oppnå, sette over, satt over, sette for