Προκαλώ στα νορβηγικά

Μετάφραση: προκαλώ, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fremkalle, årsak, grunn, utfordring, overtale, provosere, forårsake, utfordringen, felling, utfordringer
Προκαλώ στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προκαλώ

προκαλώ ετυμολογία, προκαλώ εμετό, προκαλώ in english, προκαλώ την τύχη μου, προκαλώ συνώνυμα, προκαλώ λεξικό γλώσσας νορβηγικά, προκαλώ στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • προικισμένος στα νορβηγικά - begavet, begavede, ressurssterke, talentfulle, dyktig
  • προικοδότηση στα νορβηγικά - gave, legat, begavelse, kapitalforsikring, begavelsen
  • προκατάληψη στα νορβηγικά - fordom, skjevhet, forspenning, partiskhet, skjevheter
  • προκαταβάλλω στα νορβηγικά - framsteg, fremskritt, prokatavallo
Τυχαίες λέξεις
Προκαλώ στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: fremkalle, årsak, grunn, utfordring, overtale, provosere, forårsake, utfordringen, felling, utfordringer